Πέμπτη, 18 Απριλίου 2024
Facebook Twitter YouTube Rss_feed
Αρχική arrow Άρθρα arrow Παρουσιάσεις arrow Moto Guzzi:Stelvio 1200-2012

Moto Guzzi:Stelvio 1200-2012

Αξιολόγηση χρηστών: ONONONONON / 79
Φτωχό Αριστο 
Έχει γραφτεί από Ντάνης ΦΩΤΟΣ

STELVIO-32Η φαντασία στην οδήγηση

Η οδήγηση τού Stelvio είναι άνετη, πολύ χαλαρή και ξεκούραστη απολύτως λόγω της όρθιας και κάθετης θέσης. Η σέλλα του είναι σωστή σε μήκος και πλάτος, βάθος και σκληρότητα υλικού και διαθέτει δύο θέσεις στα 820 και 840mm ύψους, (το manual την δίνει στα 800mm). Τα γόνατά μου δεν «βρήκαν» στα κύλινδρα, οι γωνίες των αρθρώσεών μου παρέμειναν υγιείς κι άνετες, πουθενά δεν με στενοχώρησε το Γκούτσι όσον δε αφορά στην κάλυψη τού ανεμοθώρακα, τούτη ήταν παραδόξως άριστη κι επιτυχημένη. (Μπορεί η λειτουργία του να είναι χειροκίνητη και μεντεσοειδής (sic), μα έτσι γλιτώνετε το έξτρα ηλεκτρικό μοτεράκι με τα παραφερνάλια και το βάρος του, την πολυπλοκότητα και την μανούρα.) Στην καταιγίδα που αιφνίδια ξέσπασε έξω απ’ την Κόρινθο – και κράτησε επίμονα μέχρι το σπίτι μου στην Κυψέλη – η προστασία που μου προσέφερε ήταν άριστη, πάντα σε σχέση με την μικρή επιφάνειά του και είμαι βέβαιος ότι σίγουρα «παίζει» κάποια άλλη μεγαλύτερη ζελατίνα εξτρά.

Το Stelvio είναι ένας εξαιρετικός χιλιομετροφάγος, με άριστη ποιότητα κύλισης που προσφέρει ασφάλτινη χάρη και τουριστική άνεση, όσο και χωμάτινη δυσφορία κι ανησυχία. Το να πάρετε μία τέτοια μοτό και να γυρίσετε τον κόσμο ολόκληρο ΚΥΡΙΩΣ από άσφαλτο είναι μια αλάνθαστη πράξη, το να καβαλλήσετε όμως το Γκούτσι για να τρέξετε στο Dakar, αμέσως δηλώνετε πως δεν σας έχει μείνει μυαλό κουκούτσι! Στα 257 κιλά γυμνό και στεγνό, το ψηλόβαρο 1200 ετούτο δεν μπορεί να θεωρηθεί ως καθαρόαιμο όχημα περιπέτειας κι αφήστε τούς διαφημιστές να σας ψήνουν περί του αντιθέτου. Πρακτικοί και σοφοί εσείς καραφορτώστε το, σφίξτε όσο επιθυμείτε τις αναρτήσεις και παρατηρήστε την άγρια Φύση εκ του σύνεγγυς, δεν χρειάζεται να μπείτε μέσα στην ζούγκλα με τον Ταρζάν για να νιώσετε τι πάει να πει action! Στην Εθνική η ιταλική μοτοσυκλέττα «πατάει» και πετάει, ρολλάρει και σκορπάει απόλαυση – τι διάολο απόγονος είναι ενός Le Mans και μιας California επιτέλους! Διαθέτει μια κραταιή συμπεριφορά, είναι απολύτως ακλόνητη λόγω όγκου, βάρους, στόχευσης και σχεδίασης. Με προεξάρχοντα τον «κορμού» κινητήρα της, χαρακτηρίζεται από μια αίσθηση στιβαρότητας στα όρια τής καλώς-εννοούμενης αδιαφορίας, με μόνη παραφωνία τις ενδοτικές αναρτήσεις, (κυρίως λόγω μαλακού πίσω ελατήριου). Μπορεί ο δικύλινδρος να ρετάρει και να μπερδεύει, να σκορτσάρει ανάμεσα στις 2.000-4.000 στροφές – αφού κάπου εκεί ο ψεκασμός θέλει αναδιαμόρφωση – μα από εκεί και μετά, το γουργουριστό και κραδασμιάρικο χαλί είναι για να ξαπλώσεις επάνω του και αμέριμνος ν’ αφεθείς στο ταξίδι. Η έκτη σχέση τού κιβώτιου τού πέφτει κάπως κοντή, μουγκρίζει κι υποχρεώνει τον αναβάτη να ψάχνει για έβδομη κι όγδοη (που φυσικά δεν υπάρχουν), ο κινητήρας όμως αυτός θεωρείται απ’ τους δυνατότερους στην κατηγορία κι εμένα τούτο μ’ αφήνει αδιάφορο καθώς τα νούμερα δεν με «ψήνουν». Σημασία κι αξία έχει πώς νιώθει κι αισθάνεται ο καθείς με την κάθε μοτοσυκλέττα σε πραγματικό χώρο και χρόνο και όχι τι γράφουν τα περιοδικά, τι μπαρμπαλάνε τα παρεάκια ή τι οι σκόπιμες φήμες διαρρέουνε. Καλές οι μετρήσεις ακρίβειας, μα καλύτερη είναι η ανθρώπινη αίσθηση, πώς σε φτιάχνει ή δεν σε φτιάχνει αυτή, αν σε «μεταφέρει» ή σε προσγειώνει απλά, αν σε ξενερώνει ή σε γεμίζει χαρά κι ευτυχία. (Ευτυχία που προσφέρουν οι 4.000σαλ στα 110χαω, οι 5.000σαλ στα 140χαω και οι 6.000σαλ στα 170 χαω άνετα και ωραία.)

Στις στροφές το Stelvio είναι μια ξεχωριστή, άλλη και ιδιαίτερη ιστορία κι ας τιμά με το όνομά του το διάσημο Passo. Εδώ τα πράγματα γίνονται Γκουτσοειδώς διαφορετικά, λίγο ψηλόβαρα λίγο ατσούμπαλα λίγο ειδικά, αν μάλιστα προσθέσετε στην εξίσωση ελληνική άσφαλτο κι γκρηκ οδικές συνθήκες, πασπαλίσετε το σενάριο με χιονόνερο και κεντήσετε την Επίδαυρο με μερικά αλλοδαπά φορτηγά, τότε «δεν φταίει η Γκούτσι για ό,τι μου συμβαίνει» επαναλαμβάνω την Άντζελα! Το 1200 δεν αρέσκεται σε απότομες κινήσεις, αιφνίδιες αλλαγές πορείας και ξαπλωπλαγιάσματα κατηγορίας φτερού και κάτω: είναι μια επιβλητική, ογκώδης και σοβαρή μοτοσυκλέττα που σωστά-υποχρεώνει τον καβαλλάρη της σε ανάλογη συμπεριφορά. Μέσα στην πόλη γκάπα-γκούπα ο άξονας, ντάπα-ντούπα ο ψεκασμός, κλάγκα-κλούγκα το κιβώτιο, σαν πολλοί κρουστοί ήχοι δεν έχουνε μαζευτεί εκεί στις βόρειες λίμνες; (Να καλέσουν και τον εξαίρετο ντράμμερ Γιώργο Τρανταλίδη, κουαρτέττο να κάνουνε!) Το Stelvio αντενδείκνυται για επίμονες και χρονοβόρες βόλτες στο αστικό κέντρο, δεν βολεύει πολύ και «απασχολεί» που λένε στην Γ.Α.Δ.Α. έντονα και κάπου κουραστικά καθώς συνέχεια πρέπει να υπολογίζετε τον όγκο το βάρος του, το σωστά-μεγάλο τιμόνι του ή τα προεξέχοντα κύλινδρά του. Το ATC (Antiskid System) του είναι μία χαρά, το βγάζετε εκτός λειτουργίας, πλαγιάζετε ανοίγοντας το γκάζι απότομα κι ασπρίζετε στο λεπτό, όπως ακριβώς το ωραίο χρώμα τού Stelvio. Το ενεργοποιείτε μετά, κάνετε όποια βλακεία σάς κατεβεί και συνεχίζετε να διατηρείτε το άλικο χρώμα στα μαγουλάκια σας φωνάζοντας «ζήτω οι άγνωστες κι ενωμένες δυνάμεις μηχανικών και δοκιμαστών» εκεί στο Μandello. Όσον αφορά στο ABS του, το αφήνω πάντα ενεργοποιημένο καθώς στα πάνω-από-χίλια χιλιόμετρα που διαρκεί κάθε μου δοκιμή, δεν γνωρίζω τι και πότε θα μου συμβεί κι από ποιό τέλος άχαρο τούτο θα με γλιτώσει. Ένα μικρό διάλειμμα απενεργοποίησης που του επέβαλα έφερε τα γνωστά αποσταθεροποιητικά, δυσάρεστα και σιχαμένα αποτελέσματα, το κλείδωσα λοιπόν εντός λειτουργίας και ξένοιασα, το αυτό συμβουλεύω κι εσάς να πράξετε οσονούπω. Μερικές τελευταίες λέξεις εδώ για τα λάστιχά του: τα PIRELLI Scorpion Trail είναι μια χαρά. Άλλοι τα βρίζουνε και άλλοι τα παινεύουνε, εγώ με την ελληνική άσφαλτο έχω χάσει και τα αυγά και τα πασχάλια. Στην γραικία πραγματικότητα, λαστιχάρες δουλεύουνε-μάπα και μάπα-λάστιχα δουλεύουνε άψογα, αν δεν αδιαφορήσετε και κάπου πάρετε απόσταση μπορείτε ευκόλως κι ανέτως να τρελλαθείτε, ακολουθεί η τρίτη προσωπική και λεπτομερής παρατήρησή μου. Παρακαλείται η κυρία αντιπροσωπεία να παρακαλέσει τους κυρίους dealer της να μην παραδίδουν μοτοσυκλέττες για δοκιμή, αν δεν τις έχουν στοιχειωδώς πρώτα ελέγξει. Όπως φερ’ ειπείν, να μην παραδίδουν το Stelvio με πίεση ελαστικών 20 μπρος (αντί για 36) και 12 πίσω (αντί για 40) όπως διατάζει το owner’s manual που εγώ επίμονα ζήτησα κι έλαβα καθώς το διαβάζω προσεκτικά όλο. Γιατί μέχρι να το πάρει πρέφα ο δοκιμαστής, έχει καταγράψει ελαστικότητες στην μοτό, απροσδιοριστία στο στρίψιμο, κουνήματα στην οδηγική συμπεριφορά και ελαστικά για τα μπάζα! Και δεν θέλω ξινίσματα και μανούρες, απαντήσεις και συζητησούλα-να-γίνεται, γιατί στην εικοσάχρονη πορεία μου δοκιμών μοτοσυκλεττών έχω συμπληρώσει ίσαμε δυό κιλά λάδι στον ένα, έχω ισιώσει το από-πέσιμο θεόστραβο τιμόνι τού δεύτερου, έχω συνεφέρει του τρίτου τις συφοριασμένες κι απαράδεκτες αναρτήσεις, άμα πρόκειται για τον τέταρτο να κατεβάσω και κανένα μοτέρ να μου το πούνε, συνεργείο πρώτων βοηθειών να ανοίξω, να γλιτώσω και τα κουτά σχόλια!

STELVIO-10

Ποικίλα και διάφορα

Το πεντάγλωσσο εγχειρίδιο τού ιδιοκτήτη είναι πλούσιο και μάλιστα αριθμεί 175 χορταστικές σελιδούλες. Εκεί μέσα θα βρείτε οδηγίες κι επεξηγήσεις για το menu, θα ενημερωθείτε για τον χρόνο ταξιδίου και την κατανάλωση τής μοτοσυκλέττας, όπως και για τον «υπενθυμιστή» service ο οποίος εμφανίζεται στην οθόνη υπό μορφή γερμανοπολύγωνου! Υπάρχει – μεταξύ των πολλών άλλων – gear-shift light, ρολόι και ένδειξη θερμοκρασίας περιβάλλοντος, πλήρες trip computer καθώς και διπλή πρίζα παροχής ρεύματος, (μία στο ταμπλώ και δεύτερη κάτω απ’ την σέλλα τού συνεπιβάτη). Εδώ θα διαβάσετε και δεν θα ξεχάσετε ότι το βάρος τού Stelvio είναι 281 ολόκληρα και πλήρη κιλά, όσον δε αφορά στο λουσσάτο και πανέμορφο ΝΤΧ (κομπλέ «με την Άρτα και τα Γιάννενα» πάνω του), τούτο αγγίζει τα αδυσώπητα 296, ώρα για εντατικό και βαρυτζίδικο γυμναστήριο ΤΩΡΑ! Το αστείο χαρακτηριστικό; Βάζετε μπρος τον κινητήρα να ζεσταθεί, ακουμπάτε γυαλιά και γάντια στην σέλλα μέχρι το κράνος σας να φορέσετε και το επόμενο δευτερόλεπτο άπαντα κυλιούνται χαμαί, κάτω στην μάνα-γη από τους μπασσάτους κραδασμούς τού σύνολο ιταλιάνο!

Τι δεν μου άρεσε

1/ Κοιτώ αρχικά το ταμπλώ και παρατηρώ ύπαρξη θερμαινόμενων γκριπ. Βγαίνω για τεστ με την Πελοπόννησο να φλέγεται στους ελάχιστους 04ο Kελσίου και ξυλιασμένος ανακαλύπτω ότι δεν δουλεύουνε. Την έβαλε μεν την ένδειξη ο Ιταλός, μα αφού δεν πλήρωσες το εξτραδάκι σου κύριε, πάρε τα δακτυλάκια σου σε σχήμα Ανταρκτικής για να μάθεις. 2/ Οι αναβατήρες των επιβαινόντων είναι τσίμα-κοντά και τα πέλματά τους χτυποακουμπάνε. Επιπλέον το πλαστικό προστατευτικό εξάτμισης και μαρσπιέ τού συνεπιβάτη συλλαμβάνει το παντζάκι του και απειλεί – άμα μαγκώσει για τα καλά – να τον ξαπλώσει κάτω, κάτι που συνέβη σε φίλο μου γι’ αυτό και το γράφω. (Και δεν με παίρνει να του συστήσω να φοράει κολλάν κάθε φορά που θα τον κυκλοφορήσω γιατί είναι ψηλός, είναι χοντρός και είναι μουσάτος, είναι κακός, είναι σκληρός και είναι φευγάτος.) 3/ Περίεργη, άβολη και στριμόκωλη είναι η θέση τού πλάγιου stand, καθώς πρέπει να δουλέψετε εντατικά τις pointes σας για να το βρείτε, να το πατήσετε και να το βγάλετε επιπλέον. Για την αναιμική κόρνα δεν θα πω τίποτα, όπως και για το space πίσω φανάρι: πού είναι οι παλιές λαρυγγιάρικες, υστερικές και στριγκές FIAMM, πού είναι τα απλά, στρογγυλά και προτεταμένα πίσω φώτα τού άλλοτε-τότε; Ας πω όμως τώρα και κάποια δυσάρεστα, που μάλλον πάλι εγώ θα αναλάβω να σας εκθέσω. Η τιμή καταλόγου τού Stelvio είναι 14.300 ευρώ και για μένα ΣΗΜΕΡΑ, υψηλή είναι. Όχι μόνο γιατί το πολυπόθητο, μοσχοπουλημένο και πεφιλημένο λάβαρο τής κατηγορίας κοστίζει μόνο πενήντα(50) ευρώ ακριβότερα (λέγε το BMW 1200 GS φυσικά), αλλά γιατί 14.300 ευρώ σήμερα είναι πολλά για μία «κλασσικοπαλαιομοδίτικη» μοτοσυκλέττα που όσο όμορφη ή συγκεκριμένα πρακτική και εάν είναι, προσπαθεί να επιβιώσει και να πλασσαριστεί ανάμεσα σε υπερσύγχρονα μεγαθήρια καραπροχωρημένα. Με έναν κινητήρα – όσο βελτιωμένος κι αν είναι αυτός – που κατασκευάστηκε αρχικά πριν τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, έναν σκελετό δανεισμένον απ’ τα sport μοντέλλα τής εταιρείας και μερικές πινελιές βελτίωσης ή φρεσκαρίσματος όπου δει, αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει ν’ αποκτήσει τιμή εφάμιλλη του σοβαρού κι ισχυρού, πανάκριβου και δουλευταρά, αδιαπραγμάτευτου κι επιτυχημένου ανταγωνισμού! Κάτσε και δες κύριε κοστολόγε τι δίνεις εσύ, τι προσφέρει ο αντίπαλος κι ύστερα συλλογίσου τι μπορεί να κάνει το προϊόν σου και πόσο πρέπει να πουληθεί. Και εάν ειλικρινώς κρίνεις εσύ ότι ΔΕΝ είναι εφάμιλλο – τιμολόγησέ το φθηνότερα να πουλήσεις, αν είναι όμως εφάμιλλο, ΜΟΝΟΝ ΤΟΤΕ τιμολόγησέ το ακριβώς όσο κι ο άλλος. (Αν είναι καλύτερο, πάλι φθηνότερο πρέπει να το τιμολογήσεις, για να τσιμπήσεις τούς πελάτες του αρχικά και μετά, πιο αργά, την τιμούλα του διακριτικά και γλυκά να υψώσεις.) Αλλά απ’ την ώρα που τα μανατζεράκια μάθαν τους νόμους τής «αγοράς» στα πανεπιστήμια και δεν κατέχουν γρυ απ’ τους νόμους τής «πιάτσας», έτσι βουλιάξαν εταιρείες τρανές και γίναν παμπλούσια τούτα, τσιμπώντας τρανούς τούς μισθούς και κατρακυλώντας τροφαντές εταιρείες στα χεράκια τού φιλεύσπλαχνου κράτους. (Ο οποιοσδήποτε σοβαρός μελετητής τής Ιστορίας τής Βιομηχανίας στην Ελλάδα και αλλαχού, μαζί μου ασμένως θα συμφωνήσει.) Δεν διαθέτει guts και cojones «τής μάνας ο τζες» – έτσι αποκαλεί ο Αντώνης τον μάνατζερ – να ρίξει τιμές, να δυσαρεστήσει ΤΩΡΑ μετόχους και ΑΡΓΟΤΕΡΑ τα προσδοκώμενα οφέλη να φέρει, γι’ αυτό επιλέγει την εμπορική σιγουράντζα τής παράλογης ύψωσης τής τιμής. (Διότι γνωρίζει ότι για την καρεκλίτσα του ετοιμάζεται ανά πάσα στιγμή άλλος, κάποιο φρέσκο ανηψάκι οι κ.κ. επενδυτές θα βολέψουνε, κάποιον άλλον πιο γλείφτη το Δ.Σ. θα εγκαταστήσει – άντε, πάλι είπα τα «λάθος» πολλά.)

STELVIO-16 Τι μου άρεσε

1/ Από τα 18 ολίγιστα λίτρα τού προηγουμένου ντεπόζιτου, το εργοστάσιο τα αύξησε στα χρειαζούμενα τριάκοντα δύο! Έτσι κατέστησε «άλαλα τα χείλη των ασεβών», που στην περίπτωση τού GS πρέπει να ψωνίσουνε το Adventure για να μεταφέρουν «πετρέλαια» κάργα. 2/ Τα φώτα τού Stelvio είναι εντυπωσιακά πολύ καλά, μπράβο. Δυνατά και σωστά, καρφωτά φωτεινά, ξαναμπράβο. Γιατί το να έχεις φωτάρες και να τις χαίρεσαι δεν είναι ελάχιστο πράγμα, όποιος «γράφει» άφθονα κι επικίνδυνα νυκτερινά χιλιόμετρα θα το εκτιμήσει και θα μ’ εννοήσει. (Άσε δε που το Γκούτσι τούτο θα ευλογήσει.) 3/ Σωστή κι αποτελεσματική η ποδιά που με τον σχεδιασμό και την παρουσία της κρύβει τα μεγάλα κάρτερ και την ευμεγέθη μπανιέρα λαδιού. Επίσης πρακτικός και χρήσιμος είναι ο αρκετός χώρος κάτω απ’ την σέλλα τού συνεπιβάτη για τα εργαλεία και μια κλειδαριά δισκοφρένου. 4/ Το λευκό χρώμα τού Stelvio με την μεταλλική νιφάδα μέσα του είναι «άλλο πράγμα», φαίνεται και αποδεικνύεται περίτρανα και εδώ η προσοχή και ποιότητα, η σοβαρότητα και φροντίδα τής PIAGGIO. Επίσης κουκλί, κλασσικό και πρακτικότατο είναι το dipstick, η κοντή βέργα στάθμης λαδιού που χρειάζεται για τον έλεγχό του προσοχή καθώς «ζοματάει το άτιμο» που θα έλεγε και ο Ζήκος. 5/ Εγώ θα προτιμούσα βεβαίως το ΝΤΧ, όχι μόνο γιατί είναι πλήρες gadgetών και accessoires χρήσιμων αλλά γιατί μόνο άμα φτάσεις στην κορυφή μπορείς από εκεί πάνω να απολαύσεις όλη την θέα, με εννοείτε φαντάζομαι.

Τύλιξέ το μας, σε δυό κουβεντούλες

Φίλος καλός μού παραπονέθηκε ότι γράφω πολλά, πληκτρολογώ πολλές λέξεις για κείμενο στο Διαδίκτυο που βαρυστομαχιάζει τους αναγνώστες και χρήστες. Λυπάμαι μα θα διαφωνήσω,  παραθέτοντας μία σκέψη από τις ακαταλαβίστικες  τις δικές μου. Ρε παιδιά, το θέμα ετούτο κατάντησε σαν τις γκόμενες: τότε που είχαμε μία, καθόμασταν υπομονετικά κι ασχολούμασταν σοβαρά με την πάρτη της λεπτομερώς κι επί ώρες, τώρα που χιλιάδες διαθέτουμε και τις ξεφυλλίζουμε τις ξεπετάμε, τις προσπερνάμε γρήγορα κι οδοστρωτικά, αδιάφορα, αγχωτικά και απρόσεκτα, δεν συμφωνώ μαζί σας διόλου. Και επιμένω πως πρέπει να γράφονται τα πάντα και όσο το δυνατόν περισσότερα, πιο αναλυτικά και παραστατικά, χιουμοριστικά και προσωπικά γύρω από την δοκιμή μίας μοτοσυκλέττας. Το δίκυκλο και η δουλειά είναι ιερά πράγματα δι’ εμέ και υποχωρήσεις δεν κάνω, «όποιος βιάζεται» όχι μόνο σκοντάφτει αλλά την ίδια την ζωούλα του προσπερνά, κάτι που άπαντες οι του κόσμου αυτού κυβερνήτες επιθυμούν και πλασσάρουνε, προσπαθούνε σε μας να πετύχουν.
STELVIO-28

Το Μoto Guzzi Stelvio 1200 είναι μία μοτοσυκλέττα αποκλειστικά-σχεδόν για εκείνον που θα την δει, θα την ερωτευθεί και δεν θα κάτσει να εμπλακεί με τα «προσωπικά» της. Δεν είναι ούτε γρήγορο (δεν χρειάζεται) ούτε ελαφρύ (το χρειάζεται), είναι ιταλικά «παραδοσιακό» και αρίστως χαλαρωτικό, είναι διακριτικά σοβαρό και ζητά ιδιοκτήτη πιστό που να ξέρει να εκτιμήσει old-world ποιότητα και old-school καταστάσεις. Να μην «μασήσει» από σφοδρό ανταγωνισμό, να αδιαφορήσει για μόδα και καιροσκοπισμό και να παραμείνει προσηλωμένος στον Καθολικισμό, κυρίως την ώρα που όλοι κολυμπούν στο New-Age. Γιατί αυτό που του δίνουν οι παλιές, ισχυρές και μονοθεϊστικές θρησκείες δεν θα του προσφέρει καμμιά σημερινή πνευματική ή μηχανολογική, τεχνολογική ή εμπορική ντηζαϊνιά, όσο και να χτυπάνε τα ισχνά πισινάκια τους κάτω. Το κλασσικό είναι και θα είναι για πάντα διαχρονικό, απλώς θέλει πιο γνώστες, λάτρεις και ρέκτες για να το εκτιμήσουν και να το αγοράσουνε, να το λατρέψουν και να μην το αλλάξουν με τίποτε άλλο, ιδιαίτερα σήμερα που οι Σειρήνες είναι πολλές και καλές. Καλύτερες ίσως μα σειρήνες αείποτε, μαυλίστρες πλάνες ξελογιάστρες, «Γερμανίδες λάγνες ερωτιάρες» που θα τραγουδούσε ο Βασίλης Τσιτσάνης αν σήμερα ζούσε.


Αναδημοσίευση απο www.mrbike.gr/Ο Πάγκος Copyright © Ντάνης ΦΩΤΟΣ 2012

Πρώτη δημοσίευση: Σάββατο, 10 Μάρτιος 2012.

STELVIO 1
STELVIO 10
STELVIO 16
STELVIO 17
STELVIO 28
STELVIO 32
STELVIO 8
STELVIO 9



< Προηγούμενα Επόμενα >

Σχετικοί σύνδεσμοι

Facebook google_plus linkedin Twitter YouTube Flickr Rss_feed
Πάνω